{mosimage}Έφερε στον ελληνικό κινηματογράφο μία άλλη διάσταση του
κλασικού ζεν πρεμιέ, καθώς, πέρα από την αδιαμφισβήτητη γοητεία του,
διέθετε και σπάνια ευγένεια, πάνω απ΄ όλα όμως, ο Αλέκος Αλεξανδράκης
ήταν ένας μεγάλος ηθοποιός.
Γεννήθηκε στις 27 Νοεμβρίου του 1928
στην Αθήνα. Μεγάλωσε σ΄ ένα καλλιεργημένο περιβάλλον και υπήρξε μαθητής
στα καλύτερα σχολεία της εποχής. Μετά από ένα μικρό πέρασμα από τη
Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, γρήγορα στράφηκε στην ηθοποιία και μάλιστα
πέρασε πρώτος στις εξετάσεις που έδωσε στο Εθνικό Θέατρο.
Αμέσως μετά την αποφοίτησή του από τη δραματική σχολή, βρήκε την πρώτη του θεατρική στέγη στον θίασο της πολύ σπουδαίας θεατρικής ηθοποιού, της κυρίας Κατερίνας (Κατερίνα Ανδρεάδη) και έμεινε στο πλάι της για δύο χρόνια. Από την πρώτη κιόλας παράσταση όπου συμμετείχε, στο έργο της Δάφνης ντι Μοριέ «Φθινοπωρινή Παλίρροια» το 1949, εντυπωσίασε το κοινό, αλλά και τους κριτικούς- χαρακτηριστικό υπήρξε το σχόλιο του Αιμίλιου Χουρμούζιου στην εφημερίδα Καθημερινή: «Παρουσιάστε όπλα. Επιτέλους, ένας εραστής στο ελληνικό θέατρο».
{smoothgallery timed=true}
Μετά από αυτή την επιτυχία, δεν άργησε να τον ανακαλύψει ο Φιλοποίμην Φίνος, που του πρότεινε να παίξει στον κινηματογράφο. Είχε όμως ήδη εμφανιστεί για πρώτη φορά ως κομπάρσος το 1944 στη ταινία «Χειροκροτήματα» του Γιώργου Τζαβέλλα, όπου πρωταγωνιστούσε ο Αττίκ. Σε μία σκηνή, καθόταν μαζί με πολλούς άλλους στην πλατεία ενός θεάτρου και παρακολουθούσε την παράσταση…
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης, όμως, ξεκίνησε τη μεγάλη και σπουδαία καριέρα του στον κινηματογράφο με τις ταινίες «Δύο κόσμοι» του 1949, σε σκηνοθεσία των Γιάννη Φιλίππου- Ιάσωνα Νόβακ και «Εκείνες που δεν πρέπει ν΄ αγαπούν» του 1951, σε σκηνοθεσία του Αλέκου Σακελλάριου.
Ακολούθησαν περίπου 70 ταινίες- μεταξύ άλλων, αξίζει να αναφερθούν οι: «Η Αγνή του λιμανιού» (1952), στο πλάι της Ελένης Χατζηαργύρη, η αξεπέραστη «Στέλλα» (1955) του Μιχάλη Κακογιάννη, όπου έπαιξε με συγκινητική ευαισθησία τον ρόλο του «καθώς πρέπει» εραστή της Στέλλας- Μελίνας, οι ιδιαίτερα δημοφιλείς «Λατέρνα, φτώχεια φιλότιμο» και «Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο», «Η άγνωστος» του Ορέστη Λάσκου με πολύ μεγάλους πρωταγωνιστές: την Κυβέλη και τον Γιώργο Παππά.
Στη συνέχεια ο Αλέκος Αλεξανδράκης συμπρωταγωνίστησε στις περισσότερες από τις ταινίες όπου συμμετείχε, έχοντας στο πλευρό του λαμπερές stars της εποχής, όπως την Αλίκη Βουγιουκλάκη, την Τζένη Καρέζη, τη Ζωή Λάσκαρη, τη Μάρω Κοντού, τη Ρένα Βλαχοπούλου.
Ενδεικτικά αναφέρονται οι ταινίες: «Το κορίτσι με τα παραμύθια» του 1956, οι κομεντί «Το κλωτσοσκούφι» και «Ραντεβού στην Κέρκυρα», του 1960, η αστυνομική «Έγκλημα στα παρασκήνια» που βασίστηκε σε μυθιστόρημα του Γιάννη Μαρή, ενώ την ίδια χρονιά ο ίδιος ξεκίνησε την πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα με την ταινία «Ο θρίαμβος», η οποία ολοκληρώθηκε δύο χρόνια μετά. Μάλιστα, τιμήθηκε με το βραβείο αντρικής ερμηνείας του Αθηναϊκού και Μακεδονικού Τύπου στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1962.
Το 1961, όμως, ήταν η χρονιά της ταινίας «Συνοικία το όνειρο», που όχι άδικα χαρακτηρίζεται από πολλούς μία από τις κορυφαίες του ελληνικού κινηματογράφου. Το νεορεαλιστικό αυτό φιλμ, που σκηνοθέτησε εξαιρετικά ο ίδιος ο Αλέκος Αλεξανδράκης, βραβεύθηκε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 1961 ( Ο Μάνος Κατράκης κέρδισε το βραβείο β΄ ανδρικού ρόλου και βραβεύθηκε επίσης ο οπερατέρ Δ. Σακελλαρίου). Παράλληλα, η ταινία βραβεύθηκε από την Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου για την εξαιρετική μουσική του Μίκη Θεοδωράκη, καθώς και για την πρώτη ανδρική ερμηνεία στον Αλέκο Αλεξανδράκη. Ωστόσο, η προβολή του φιλμ απαγορεύτηκε από τη λογοκρισία, κάτι που δημιούργησε μεγάλο οικονομικό πρόβλημα στο δημιουργό του.
Στη συνέχεια ήρθαν μεγάλες εισπρακτικές επιτυχίες, κυρίως κωμωδίες, που παραμένουν έως σήμερα από τις πιο αγαπημένες του ελληνικού κοινού: «Η ψεύτρα» και «Ένα κορίτσι για δύο» του Γιάννη Δαλιανίδη, «Το δόλωμα», «Η σωφερίνα» και «Η Κόμισσα της Κέρκυρας» του Αλέκου Σακελλάριου, «Δεσποινίς διευθυντής» «Μια τρελή τρελή οικογένεια» και «Οι κυρίες της αυλής» του Ντίνου Δημόπουλου, η «Οικογένεια Χωραφά» σε σενάριο και σκηνοθεσία του Κώστα Ασημακόπουλου. Αργότερα, στη δεκαετία του 1980, συμμετείχε στις ταινίες «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» του Νίκου Τζήμα, βασισμένη στην υπόθεση του Νίκου Μπελογιάννη και «Τα παιδιά της χελιδόνας» του Κώστα Βρεττάκου, το 1990 στο φιλμ του Γιώργου Μυλωνά «Η εκδίκηση του πατέρα», το 2000 στο «Φως που σβήνει» του Βασίλη Ντούρου, ενώ η τελευταία του ταινία ήταν το «Μια μέρα τη νύχτα» του 2001, σε σκηνοθεσία Γιώργου Πανουσόπουλου.
Φυσικά, ο Αλέκος Αλεξανδράκης είχε μία μακρά, σχεδόν 50χρονη και πολύ αξιόλογη παρουσία στο θεατρικό σανίδι. Μετά από σειρά συνεργασιών με σημαντικούς θιάσους, όπως της Μαρίκας Κοτοπούλη και της Κατίνας Παξινού, ίδρυσε το 1956 τον δικό του θίασο μαζί με την τότε σύζυγό του, την ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη.
Ερμήνευσε με μοναδικό τρόπο μερικούς από τους πλέον σημαντικούς θεατρικούς ρόλους σε έργα μεγάλων δραματουργών, όπως: «Ιππόλυτος» του Ευριπίδη (όπου άφησε εποχή στον ομώνυμο ρόλο), «Ήταν όλοι τους παιδιά μου», του Άρθουρ Μίλερ, «Παράξενο Ιντερμέτζο» και «Μακρύ ταξίδι της ημέρας μέσα στη νύχτα» του Ευγένιου Ο’ Νιλ, «Μάρτυρας κατηγορίας» της Αγκάθα Κρίστι, «Μαντάμ Μπατερφλάι» του Ντέιβιντ Χένρι Χουάνγκ, «Έγκλημα και τιμωρία» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, «Ο γλάρος» και «Θείος Βάνιας» του Άντον Τσέχοφ, «Η κυρία του Μαξίμ» του Ζορζ Φεϊντό, ενώ το έργο «Σαλόνικα» της Λουίζ Πέιτζ, στο Εθνικό Θέατρο το 1998 ήταν το τελευταίο του. Παράλληλα, σκηνοθέτησε πολλά θεατρικά έργα, ενώ δίδαξε υποκριτική στο Εργαστήρι του Βασίλη Διαμαντόπουλου.
Στην τηλεόραση μπήκε εντυπωσιακά το 1972 με το έργο «Παράξενος ταξιδιώτης», ενώ ακολούθησαν, μεταξύ άλλων, ο «Γιούγκερμαν», οι «Μυστικοί Αρραβώνες», το «Ξενοδοχείο», «Ο χαρτοπαίχτης», «Δικηγόροι της Αθήνας» «Η αίθουσα του θρόνου», «Ταξίμ» και «Να με προσέχεις», που ήταν και η τελευταία τηλεοπτική δουλειά του.
Εκτός από τα κινηματογραφικά βραβεία που κέρδισε, ο Αλέκος Αλεξανδράκης τιμήθηκε το 2001 από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας, Κωστή Στεφανόπουλο, με τον Χρυσό Σταυρό του Τάγματος της Τιμής για την προσφορά του στην τέχνη.
Δικαιώνοντας την ετικέτα του γόη, παντρεύτηκε τέσσερις φορές: την Μαρτζ Βάλβη, τη Γαλλίδα Κλοντ Σαμπαντού, την ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη, μαζί με την οποία είχε μία έντονα πολιτικοποιημένη δράση και τέλος την Ελβετίδα Βερένα Γκάουερ, με την οποία απέκτησαν δύο παιδιά. Ωστόσο ο μεγάλος έρωτας της ζωής του ήταν η ηθοποιός Νόνικα Γαληνέα, με την οποία έμεινε 21 χρόνια.
Ο Αλέκος Αλεξανδράκης έφυγε στις 8 Νοεμβρίου του 2005, μετά από μακρά ασθένεια, αφήνοντας όμως σε σειρά γενεών αξέχαστες ταινίες, δείγματα του σπάνιου ταλέντου του.