Ο Λουί Μπουνιουέλ (Luis Buñuel, 1900–1983) υπήρξε μία από τις πιο ριζοσπαστικές και σημαντικές μορφές του παγκόσμιου κινηματογράφου. Με έργο που εκτείνεται σε περισσότερες από πέντε δεκαετίες και σε διάφορες χώρες —την Ισπανία, τη Γαλλία, το Μεξικό— ο Μπουνιουέλ διαμόρφωσε ένα μοναδικό κινηματογραφικό σύμπαν, στο οποίο το όνειρο, η ειρωνεία και η ανατροπή της συμβατικής πραγματικότητας λειτουργούν ως βασικά εργαλεία αποδόμησης της εξουσίας, της θρησκείας και της αστικής ηθικής.
Σουρεαλισμός και Πρωτοπορία
Ο Μπουνιουέλ εισήλθε στον κόσμο του κινηματογράφου μέσα από την πύλη της πρωτοπορίας. Στενός φίλος του Σαλβαντόρ Νταλί, με τον οποίο συνυπέγραψε το θρυλικό "Ανδαλουσιανό Σκύλο" (1929), υπήρξε ένας από τους πρώτους που μετέφεραν τον σουρεαλισμό στο σινεμά, όχι απλώς ως αισθητική, αλλά ως στάση ζωής. Για τον Μπουνιουέλ, ο σουρεαλισμός δεν ήταν διακοσμητικός — ήταν ένα εργαλείο ρήξης με κάθε μορφή κανονικότητας.
Οι εικόνες του «Ανδαλουσιανού Σκύλου» —το διάσημο ξύρισμα του ματιού, οι μυρμήγκια στα χέρια, οι απροσδόκητες συνδέσεις— δεν υπάκουαν σε λογική αφήγηση αλλά στην ελεύθερη ροή του ονείρου. Το ασυνείδητο, το απωθημένο, το καταπιεσμένο γινόταν κυρίαρχο στην οθόνη, προκαλώντας το σοκ της διάρρηξης και του απροσδόκητου.
Η Κριτική της Θρησκείας και της Ηθικής
Μετά από μια περίοδο παύσης και απουσίας από τον κινηματογράφο, ο Μπουνιουέλ επανήλθε μέσω του μεξικανικού κινηματογράφου τη δεκαετία του 1940 και 1950. Το "Los Olvidados" (1950) αποτέλεσε τομή στον κοινωνικό ρεαλισμό της εποχής, προσθέτοντας σουρεαλιστικές και λυρικές αποχρώσεις σε μια κατά τα άλλα ρεαλιστική αφήγηση για τα παιδιά των δρόμων της Πόλης του Μεξικού.
Όμως, σταδιακά, η επιστροφή του στην Ευρώπη (ιδίως τη δεκαετία του 1960) συνοδεύτηκε από μια σειρά ταινιών-καταπέλτες κατά της θρησκευτικής υποκρισίας και της αστικής τάξης. Στο "Η Βιριδιάνα" (1961), η ελεημοσύνη γίνεται μια άσκηση εξουσίας, το ευαγγελικό πνεύμα αντιστρέφεται, και οι απόκληροι εκδικούνται με μια «μυστική δείπνο» που παρωδεί τη θεία κοινωνία. Το Βατικανό αντέδρασε έντονα, χαρακτηρίζοντας την ταινία βλάσφημη, γεγονός που επιβεβαίωσε την πρόθεση του Μπουνιουέλ να προκαλέσει το κατεστημένο.
Η "Κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας" (1972), μία από τις πιο γνωστές ταινίες του, παρουσιάζει μια παρέα αστών που προσπαθούν να δειπνήσουν, αλλά πάντοτε διακόπτονται από απρόβλεπτα γεγονότα — ένα σχόλιο στην υποκρισία, την κενότητα και την τελετουργική φύση της αστικής ζωής.
Ο Χρόνος, το Όνειρο και ο Κυκλικός Χαρακτήρας της Πραγματικότητας
Ο Μπουνιουέλ πειραματίστηκε έντονα με τη δομή της αφήγησης. Σε πολλές από τις τελευταίες του ταινίες —όπως το "Φάντασμα της Ελευθερίας" (1974) ή το " Το Σκοτεινό Αντικείμενο του Πόθου" (1977)— εγκαταλείπει την παραδοσιακή αφήγηση για χάρη της αλυσίδας επεισοδίων, όπου το ένα επεισόδιο γεννά το άλλο χωρίς σαφή αρχή ή τέλος.
Η χρήση ονείρων, φαντασιώσεων και εφιαλτών εντάσσεται πλήρως στην κινηματογραφική γλώσσα του. Το όνειρο δεν είναι ποτέ ξεκάθαρο, ποτέ απομονωμένο. Είναι συνυφασμένο με την «πραγματικότητα», αμφισβητώντας την εγκυρότητα και την αντικειμενικότητα της εμπειρίας. Η γραμμικότητα του χρόνου χάνεται, και ο θεατής καλείται να περιηγηθεί σ’ ένα λαβύρινθο συμβόλων, υπαινιγμών και αντιφάσεων.
Ο Λουί Μπουνιουέλ παραμένει ένας δημιουργός που αρνήθηκε να συμμορφωθεί, να εξηγήσει, να συμβιβαστεί. Ο κινηματογράφος του υπήρξε μια συνεχής πράξη εξέγερσης, ένας ποιητικός πόλεμος κατά της κανονικότητας. Με σουρεαλιστική ματιά, καυστικό χιούμορ και φιλοσοφικό βάθος, διαμόρφωσε ένα έργο διαχρονικά ριζοσπαστικό, που δεν εξαντλείται στην εποχή του αλλά συνομιλεί με το διαχρονικό αίτημα της ελευθερίας — τόσο της σκέψης όσο και της μορφής.
Αν ο κινηματογράφος είναι ένα όνειρο, τότε ο Μπουνιουέλ είναι ο ενοχλητικός ερμηνευτής του. Και όπως όλα τα σπουδαία όνειρα, το έργο του δεν παύει ποτέ να μας ταράζει.